μανδύας τ' ανέμου το βήμα ντυμένος
Ανάσα ζωντανή στα σκοτεινά της νυχτιάς
κι αυτή η σιγανή μουσική σου στων δάχυλων την αφή
διάχυτης νυχτιάς μουρμούρα και γαλήνη
πάνω από της πλάσης τον ύπνο
Είναι η ώρα που γυμνοί μιλούμε
και οι ψυχές κατάσαρκα φοράνε μια αλήθεια
Μιλάνε σιγά, σχεδόν ψίθυρος στου κόσμου την άγονη πλήξη
ψαλμωδία , γυμνή κι αυτή από στολίδια ευπρεπισμού
να θέλει, να ποθεί, να μιλεί την αλήθεια της
Κι όλα γυμνά θαρρείς τούτη την ώρα
το μπλάβο που τα νέφη διαπερνά
το πρώτο τιτίβισμα των πλανόδιων πετούμενων
Πόσο γυμνή είναι η πλάση απόψε
τόσο που πια δεν μου τρομάζει τ' όνειρο
τόσο που σέβεται η ζωή της καρδιάς την προσταγή
Μα εσύ μίλα μου
ξανά και ξανά
χαρτογραφώντας μου τις ώρες τις μικρές
εκείνες που οι πολλοί στο Μορφέα υποτάσσονται
Κοίτα , ξημερώνει
το φως δυναμώνει έξω από το παραθύρι
των ανθρώπων και της ζωής πρώτοι ήχοι ξυπνούν
θα ντυθούν πάλι οι ψυχές τα πάθη τους
με καθωσπρέπει μάσκες δρόμους θα γιομίσουν
Μα εσύ μίλα μου
ασταμάτητα ξανά και ξανά
ντυμένοι ποτέ δεν λογίζονται των εραστών οι δρόμοι
όσο κι αν ζωή τους ντύσει με το φως
γυμνοί για πάντα μένουν
και κατάσαρκα αγγίζονται οι ψυχές
Μια γύμνια ακροπατεί ακόμα σιωπηλά
ερχόταν από τα θεμέλια τ' ονείρου
κρυβόταν σε λέξεις σχέδια
τώρα κατάματα την κοιτώ,
χορεύει, τραγουδάει κι αναδιπλώνεται
αλλάζει του κόσμου το φως
και με το ακάλυπτα γυμνό πέπλο της
μανδύα έρωτα πετά πάνω στην πλάση
Κοίτα, ξημέρωσε
κοιμήσου
Φιλί
(c) Ευαγγελία Χατζηδάκη
Ν. Βρεττάκος στις αγκύλες
Painting: Antoine de Villiers /Nudes
Music James Morrison