Stepan Rybi /Poland |
" Μου λένε τα μάτια σου σαν το κρύσταλλο φωτεινά:
-για σένα παράξενε εραστή , ποια είν' η αξία μου λοιπόν;
-Να είσαι θελκτική και σιωπηλή! η καρδιά μου που όλα την ερεθίζουν
Εκτός από την αθωότητα του αρχαίου ζώου
δε θέλει να σου δείξει το καταχθόνιο μυστικό της ...."
Κατάρα είναι οι λέξεις μου
καταραμένη κι η ανάγκη του ποιητή για δαύτες
γεννιούνται στης έγνοιας σου το λογισμός και στης απουσίας το άγγιγμα
λαβωμένο φάντασμα, αιώνια περιπλανώμενου πολεμιστή γκραβούρα αιματηρή
στα τείχη περιδιαβαίνει και συστοιχίζει τη μορφή του σε μια σκιά του
αιώνια σε εκείνη ακριβώς την εποχή, την αιμάτινα βαμμένη κόκκινη
την αιώνια αχόρταγη για λέξεις σαλεμένου νου και τρισκατάρατης ψυχής
Κι αργά τα βήματα σου σέρνεις πάντα
στις πέτρες τις ενετικές σα γυρεύεις μια σκέψη νοτισμένη κρυψώνα
το αχνό σου μαύρο τότε στέκεται, στις σκιές σα δραπέτης
σα τρομοκρατημένη άνοιξη που ποτέ δεν ήρθε
και ποτέ δεν περνά πια από ημερολόγια ζωντανών
και γυρεύει πάντα το ίδιο, πάντα
λίγο κόκκινο να κλέψει από του γλάρου την έξαψη
ένα τόσο δα αλμυρό να γευτεί από το κύμα που ορμά
νευρικό και την εξάχνωση του μου επιβάλει ξανά
εναποθέτοντας στους πόρους της σάρκας μια βορά πειρατική
Δε σε βλέπω.
Μα είσαι εκεί. Σε νοιώθω.
Ερμητικά και πεισματικά εκεί.
Δε σου μιλώ.
Σιωπή δε θες? Δική σου. Όλη κι άλλη τόση.
Τότε γιατί σουλατσάρεις τις βρεγμένες πέτρες μου;
τι μπόρα κουβαλά ο βράχος της καρδιάς σου,
κι όλο στις γούβες τις αλμυρές κρύβεται σα φυγόδικος σε καρτέρι
τι καρτερείς , οι άνοιξες σβήστηκαν από ξίφος δικό σου
τι κοιτάς , θάλασσινό αγρίεμα κρατεί από δική σου τρίαινα
τι κρύβεσαι σε τούτη τη γης, εδώ μαχαίρια έχουν οι κουρσάροι
σκιά από σκιά δε σώζεται , μ' ακούς;
Δε μιλάς.
Χάνει όποιος μιλήσει πρώτος.
Και το στοίχημα ακριβό.
Ίσαμε μιας Ζωής κλεμμένης την ανάσα.
- Σώπα!
- Μίλησες!
- Δε λογούνται οι σκιές ήττα , μήτε και νίκης καρτερούν τη δάφνη κι εσύ σκιά μυρίζεις σα εμέ
- Ακριβώς και σα σκιά θα λέω ότι θέλω
- Πάψε, κοίτα θέριεψες τα κύματα και σε κυνηγούν και το Κάστρο σκαρφαλώνουν
- Φοβάσαι ; Μια βροχή από κύμα θα σηκώσω
- Τη θάλασσα την περπατώ από παιδί και θυμωμένη σα χάσκει. Εσέ φοβούμαι το κύμα μη σκορπίσει!
" Παραμάνα που με το χέρι της σε μακροχρόνιους ύπνους με καλέι
Μήτε το μαύρο μύθο της με τη φλόγα γραμμένο
Μισώ το πάθος και μου κακό το πνεύμα !!"
Γυρνάνε λέει οι ψυχές, σκιές
όπου λαβωματιές έσπειραν η όπου με αυτέ σημαδεύτηκανΚαι τώρα κοίτα με
από τη μια με χτυπά αλύπητα το κύμα
που τη σκιά σου γυρεύει πάλι ζηλόφθονα , ωσάν Οθέλος να ξεκάνει
Άκου το , μιλεί
μιλεί με οργή, αυτό που με κανάκευε τα αλλοτινά τα χρόνια ..
" σε μια σκιά παραδομένο λογισμού κερά μου έχεις
κι εγώ που πάντα τα μόνα βηματά σου συντρόφευα ,
δική μου μόνο τη λογώ τη σκέψη σου να έχω...
Θα τις ξεκάνω τις σκιές ,π άνθρωποι δε λογούνται
μόνο κραδαίνουν τη σιωπή και θάρρος δε βαστούνε"
Κι αγκάλιασε η μάτια τις σκιές των Ενετών
μια αψηφισιά στο κύμα πάντοτε χρωστώ, θα πω πάλι
με τα μάτια άδεια και κενά και το νου τρομαγμένο και απόντα
εκεί που η πέτσα της ψυχής σου γδαρμένη κι αυτή κατοικεί, σε σκιές
ψαχουλεύοντας λίγο αλάτι λήθης, λίγο νερό θύμησης, εποχή αιώνιας αδυναμίας
και σα περνώ ακροπατεί, από τις πέτρες ξεκολλά και δραπετεύει
και πλάι μου περιπατεί , δίχως περίγραμμα, δίχως φωνή, δίχως ανάγκη
και γίνεται άνεμος θαλασσινός που ψήνει το αίμα πληγών ανίατων
και γίνεται ψέλλισμα από κλάμα και παράπονο το κύμα σα κοπάζει
και όλο σέρνεται πλάι μου, σιωπηλό παιδί τρομαγμένο
κουρνιάζει στο λαιμό μου, λες και το διστακτικό αίμα που περνά μετρά
με το παράδοξο χαμόγελο του κάτω από μάτια μελαγχολικά
που γλάροι τα κατοικούν και τα δαμάζουν με φτερουγιές οδυνηρές
και τυφλωμένα τα κρατούν , μη δραπετεύσουν και διαφεντέψουν πάλι
ουράνια ευχή κρατεί η σκιά σου μα μια επίγεια κατάρα καταδιώκει η απουσία σου
Σκύβω ξανά.
σου μιλώ, μα δε με ακούω
σε νοιώθω , μα δε σε αγγίζω
είσαι εκεί , μα δεν είσαι
κι είναι από όλα και όλες
το Όλον της Πέμπτης Εποχής
Άκου!!
Βουή, χαλασμός , αντάρα , φωτιά.
Κοίτα!!
Μια φωτιά καίει της θάλασσας τον ορίζοντα..
Φονικό , φλόγες υδάτινες.
Ποιο να σώσω , πες μου
εσένα η εμένα, ποια σκιά να γλυτώσει
των κουρσάρων τη λεηλασία
Ποιο να φυγαδεύσω , πες μου
εμένα η εσένα, ποιο από το τίποτα μας πιότερο λες αντέχει
-Αντέχει ο Ουρανός
τις σκιές να σιμώνει πριν την μπόρα
- Αντέχει η θάλασσα
τις σκιές μ' αλάτι να χαϊδεύει
- Αντέχει η φωτιά
Δυό σκιές που κάνουν ένα Φως, Εμάς
" Ας αγαπηθούμε γλυκά! ο Έρωτας μες τη σκοπιά του
Ερεβώδης , ενέδρα στήνει, τεντώνει το μοιραίο του τόξο
Γνωρίζω τις παγίδες του παλιού του οπλοστασίου:
Έγκλημα , φρίκη και τρέλα!!- ω χλωμή μου μαργαρίτα..."
Σκιές είμαστε, μ' ακούς..
Σκιές Έρωτα ατελείωτου , αυτό είμαστε
Σκιές , δίχως πριν , δίχως τώρα , δίχως μετά, αιώνιες σκιές
Σκιές Έρωτα άφθαρτου και αιωνιότητας κατάδικοι ταξιδευτές
" Σαν κι εμένα , δεν είσαι ήλιος του Φθινοπώρου
Ω, τόσο λευκή μου, ω τόσο ψυχρή μου μαργαρίτα...."
Έρωτας ,Δυό σκιές που κάνουν Ένα Φως,
Εγώ , Εσύ!!
(C) Ευαγγελία Χατζηδάκη
Scripts in Parenthesis: Sonnet d' Automne/ Ch. Baudelaire
Oil on Canvas / Stepan Rybi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου