" θυμάσαι τότε, μες το χειμώνα
που φτάσαμε στο νησί
Η θάλασσα μας ύψωνε
ένα κύπελλο ψύχους ...."
είχε κύμα θυμάμαι
κι ήταν αρμυρό το περίγραμμα του
κι όλο ζωγράφιζε κύκλους
στων γλάρων τις αντανακλάσεις
κι εσύ χαμογέλαγες
ικανοποιημένος με την αποτύπωση
τούτη τη γυμνή αιώνια στιγμή
και δίνες πορφυρές στης πλάσης τις καμπυλώσεις
κι εσύ έμεινες να χαμογελάς
ικανοποιημένος με τούτο τον αιμάτινο στροβιλισμό
"Στους τοίχους τ' αναρριχητικά
σιγομουρμούριζαν αφήνοντας
να πέφτουν σκουρόχρωμα φύλλα στο πέρασμα μας
ήσουν κι εσύ ένα μικρό φύλο που έτρεμε στο στήθος μου
Ο άνεμος της ζωής σε είχε βάλει εκεί...."
Τα φύλλα πέφτανε
στης ανεμώνης την πατημασιά,
στων υακίνθων το ορμητικό σκαρφάλωμα
ζωής μεστής το θρίμα περιγελώντας
σα τρομαγμένες γυμνές πεταλούδες
κι είπα και βάφτηκαν όλα κόκκινα,
τόση πορφύρα να χωρά στο κρύο τούτο μονοπάτι
θεοί παραστρατημένοι και ικέτες κουρελήδες οι πόθοι
και ανέφελη γιορτή επικαθήμενη σε μπόρας Συννεφένιες Εποχές
" Ο άνεμος της ζωής σε είχε βάλει εκεί
δε σε είχα δει από την αρχή, δεν ήξερα
ότι προχωρούσες μαζί μου
μέχρι που οι ρίζες σου τρύπησαν το στήθος μου
ενώθηκαν με τα νήματα του αίματος μου
μίλησαν με τα χείλη μου
Άνθισαν μαζί μου
Έτσι υπήρξε η παρουσία σου , Απαρατήρητη
φύλο η κλαδί αόρατο και γέμισε ξαφνικά η καρδιά μου
Καρπούς και Ήχους..."
Και στάθηκες εκεί
αιώνια παρουσία
στο Συννεφένιο καταφύγιο των ερώτων
που γη δεν τους χαρίστηκε
μόνο ανέμου κι ουρανού το πιο τρελό
αιώνιο κολασμένο τερτίπι άγνωρου θεού
ορατά και αόρατα,
δάχτυλα παγωμένα σε πορφυρές ρωγμές
υπαρκτά και ανύπαρκτα,
ικεσία πελάγου σε κουρσάρων μένος
δυνατά και τρομαγμένα
μάτια στυλωμένα σε ταβάνι , φύλακα τ' ουρανού
γελαστά και δακρυσμένα
ξόρκι στη απύθμενη χαρούμενη μελαγχολία ζωής παραδομένης
αγγελικά και δαιμονικά
αναίρεση στου χρόνου τα σοκάκια που σβήνουν την γραφή
" Κατοίκισες το σπίτι
που σε περίμενε σκοτεινό
και τις λάμπες άναψε τότε
Θυμάσαι αγάπη μου
τα πρώτα μας βήματα στο νησί
Οι γκρίζες πέτρες μας αναγνώρισαν
οι ξαφνικές μπόρες ,
οι κραυγές τ' ανέμου στο σκοτάδι..."
ένα γκριζογάλανο πανί,
γάζα σε ουράνιο τραύμα στου κάστρου την αιχμή
σα επίμονη γάτα πως με κοίταζε τότε
και στριφογύριζα ένα Καζαντζάκη
για ένα απροσδιόριστο λόγο, δεν ξέρω καν γιατί
και κράδαινε μπόρα ο λόγος τούτος
και παραμόνευε
και τότε ξέσπασε πάνω στα βήματα των περαστικών
γαλάζος μανδύας , στης γης την απέραντα κόκκινη πληγή
μια μπόρα μικρή
μια βροντή ανελέητη
και μετά ...
τρέχα όσο η γη αγαπά τις πατημασιές μας
τρέχα όσο τα δάκτυλα άσκοπα πλέκονται σε διαδρομές
δίχως προορισμό,λατρεία, γύμνια κατάσαρκου όνειρου
χάλκινος δραπέτης Εποχών
μα στάσου,
σα προστάξει ο κεραυνός με ράισμα στο θόλο
στάσου εκεί ακίνητος
θεός και δαίμονας προφητικός
θνητά άφθαρτος ηγεμόνας στου καιρού το στραπάτσο
και θα σε βρω
γιατί θα καίγονται φλόγινες πυρές
σα χάρτινα φεγγάρια θα τσακίζεις με ένα λόγο
σα υδάτινες κραυγές σα θα καρφώνεις στο απομεσήμερο
και στης σκόνης τον καμβά, απουσίας την αχλή κενότητα θα κομματιάζεις,
κραυγές λέξεις σα θα χαράζονται δίχως μια αιτία να ζητάς
"Ωστόσο ήταν η φωτιά
ο μοναδικός μας φίλος
.....................................
Η φωτιά είδε το φιλί μας να μεγαλώνει
ώσπου ν'αγγίξει αστέρια κρυμμένα
κι είδε να γεννιέται και να πεθαίνει ο πόνος
σαν ένα σπαθί που έσπασε
πολεμώντας τον αήττητο έρωτα....
Θυμάσαι..."
θυμάται ο άνεμος που με σιμώνει
θυμούνται τα δάκτυλα που ξεσκίζουν τις νύχτες
θυμάται η βροχή σα παραδίνεται σε λακκούβες φωτιές θαλασσινές
"στραμμένος στη θάλασσα
στον άνεμο του νησιού
και πως εγώ μες τ'όνειρο σου έπλεα
λεύτερος στη θάλασσα και τον άνεμο..."
(C) Ευαγγελία Χατζηδάκη
Για τις "αγγυλωμένες" γραφές , ένας P.Neruda /EPITALAMIO
Τα απίστευτα έργα Jorge Marin
Suits in Sara Brightman / Symphony In Vienna
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου